Στην ψυχοφθόρο διαδικασία ο πορτιέρε της Πιστοϊέζε αποκρούει δύο πέναλτι. Το δεύτερο και καθοριστικό, είναι ενός ταλαντούχου επιθετικού με όνομα Ραούλ Γκονθάλεθ Μπλάνκο. Μετά τις επεμβάσεις του, η Ιταλία ευστόχησε στην τελευταία εκτέλεση και πανηγύρισε.
Ο Παγκότο κατέκτησε δύο φορές τον τίτλο με τις Ελπίδες με προπονητή τον Τσέζαρε Μαλντίνι, όμως παρότι ήταν μέλος μιας φουρνιάς παικτών όπως οι Νέστα, Καναβάρο, Πανούτσι, Τότι, ποτέ δεν φόρεσε τη φανέλα της Εθνικής Ανδρών.
«Ημουν μικρός, είχα πολλά χρήματα στο πορτοφόλι μου. Οχι όμως και μια στοιβαρή οικογένεια για να με καθοδηγεί. Είχα όποια κοπέλα ήθελα» είπε πρόσφατα στην Gazzetta dello Sport ο 47χρονος πλέον, Παγκότο. «Εκείνη τη στιγμή ο Μπουφόν δεν είχε εξελιχθεί ακόμα σε αυτό που έγινε αργότερα. Ηταν μερικά χρόνια μικρότερος και προτιμούσαν εμένα, όμως εκείνος και εγώ ήμασταν predestinati [η ιταλική λέξη για τα wonderkids]. Οι καλύτεροι τερματοφύλακες της εποχής».
Οπως είθισται σε αυτές τις περιπτώσεις, η Γιουβέντους δεν έχασε χρόνο και έκανε κίνηση για να τον αποκτήσει. Ομως η εξέλιξη δεν ήταν η αναμενόμενη. Ο νεαρός πορτιέρε είπε ‘όχι’ στην πρόταση των Τορινέζων και προτίμησε να συνεχίσει από άλλο δρόμο την καριέρα του.
«Δεν ξέρω αν έκανα λάθος ή όχι. Επειτα από τόσα χρόνια, μπορώ να πω ότι θα ήταν ίσως καλύτερα να είχα υπογράψει. Εγώ και ο μάνατζέρ μου αξιολογήσαμε την κατάσταση. Η εναλλακτική, ήταν η Σαμπντόρια. Ομως μετά την αρνητική απάντηση στον Λουτσιάνο Μότζι, οι πόρτες έκλεισαν».
Μετά το, ανεξήγητο ίσως, άκυρο στην Γιουβέντους, ο Παγκότο κατέληξε στην εναλλακτική, που ήταν η μεταγραφή στην Σαμπντόρια. Και φάνηκε ότι είναι η σωστή επιλογή αφού με τα γάντια των Blucerchiati έκανε καταπληκτική σεζόν το 1995-96 παίζοντας σε 24 ματς και κερδίζοντας ξανά το ενδιαφέρον ενός τεράστιου club της Ιταλίας. Αυτή τη φορά ήταν η Μίλαν που ενδιαφέρθηκε και αυτή τη φορά το μεγάλο βήμα θα γινόταν καθώς το καλοκαίρι ανακοινώθηκε απόκτησή του.
Στα 23 του, ο Παγκότο είχε προλάβει να απορρίψει τους Bianconeri, είχε «αναγκάσει» τους Rossoneri να τον αγοράσουν και στα χέρια του βρισκόταν ένα εκπληκτικό μέλλον. Ο τότε προπονητής της Μίλαν, Τζόρτζιο Μορίνι, τον προόριζε για βασικό. Ομως τα πράγματα δεν πήγαν βάσει σχεδίου. Ο πορτιέρε φόρεσε τα γάντια μόλις 8 φορές σε μια σεζόν, η οποία τον βρήκε αναπληρωματικό του έμπειρου, Σεμπαστιάνο Ρόσι.
«Η καρδιά μου έκλαψε όταν άφησα την Σαμπντόρια. Στο Μιλάνο βρήκα μια κρύα πόλη και μια κρύα ομάδα», θα σχολιάσει αργότερα ο παίκτης, εξηγώντας (εν μέρει) το τι δεν πήγε καλά κατά την παραμονή του στους 7 φορές πρωταθλητές Ευρώπης.
Δυστυχώς για τον Αντζελο Παγκότο, αυτό δεν θα ήταν το μόνο βήμα προς τα κάτω στην καριέρα του.
Η Μίλαν τον παραχώρησε στην Περούτζια στο τέλος της χρονιάς, όμως το μεγάλο πλήγμα ήρθε στα τέλη του 1999. Τότε βρέθηκε θετικός σε χρήση κοκαΐνης και του επιβλήθηκε ποινή αποκλεισμού δύο ετών από το ποδόσφαιρο. Ο Παγκότο είχε πλέον πολύ ελεύθερο χρόνο και μπορεί εκείνη τη στιγμή να μην το συνειδητοποιούσε αλλά αυτό ήταν το χειρότερο που του συνέβη. Οπως ο ίδιος εξιστορεί, εκείνο το διάστημα έμενε στο ξενοδοχείο της μητέρας του.
«Υπήρχαν μέρες που δεν μπορούσα να σηκωθώ από το κρεβάτι, όμως κάθε βράδυ ήμουν σε κάποια ντίσκο. Είχα αρχίσει μια πολύ άγρια ζωή. Οταν συνειδητοποίησα την κατάσταση στην οποία βρισκόμουν, κοίταξα τον εαυτό μου στον καθρέφτη και αποφάσισα να ακολουθήσω θεραπεία. Δεν ντρέπομαι να πω ότι χρειαζόμουν βοήθεια. Δεν θα μπορούσα να τα καταφέρω μόνος μου κόντρα στην κατάθλιψη».
Οταν επέστρεψε, αγωνίστηκε στις χαμηλότερες κατηγορίες όμως το 2007, όταν ήταν στην Κροτόνε, γράφτηκε ουσιαστικά το τέλος. Βρέθηκε ξανά θετικός σε έλεγχο ντόπινγκ και η καριέρα του ολοκληρώθηκε άδοξα αφού τιμωρήθηκε δια βίου από το ποδόσφαιρο. Με την έφεση η ποινή έπεσε στα 8 χρόνια, κάτι που σημαίνει ότι θα έπαιζε ξανά όταν θα ήταν 41 ετών. «Δεν είχα πια αδρεναλίνη στο γήπεδο και την έψαχνα στην κοκαΐνη. Αρχισα να μπλέκω με κακές παρέες. Με έκαναν να νιώθω πρωταγωνιστής».
Οι τίτλοι τέλους για τον Παγκότο έπεσαν στην Γερμανία. Και δεν ήταν σε κάποιο γήπεδο. «Σε εκείνη τη χώρα ήμουν πιτσαδόρος, μάγειρας, λίγο απ’ όλα. Κάποιοι Ιταλοί με αναγνώρισαν, όμως ήταν δύσκολο όταν φορούσα τα ρούχα της δουλειάς».
Το ταλέντο που πριν 25χρόνια άφηνε στον πάγκο τον Τζίτζι Μπουφόν δεν μπόρεσε ποτέ να έχει καριέρα ανάλογη του ταλέντου του. Στις μέρες μας, σε ηλικία 47 ετών είναι προπονητής τερματοφυλάκων στην ομάδα της πόλης του, Αβελίνο, και ευτυχώς για τον ίδιο, δηλώνει αναγεννημένος…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου