Παππούς, πατέρας και γιος. Τρεις γενιές μίας οικογένειας στους
αγωνιστικούς χώρους. Συγκυρία δύσκολη, αλλά όχι ακατόρθωτη, όπως οτιδήποτε κινείται γύρω από τον χώρο του ποδοσφαίρου!Αποδείχθηκε περίτρανα, άλλωστε, από τους Μαλντίνι, εφόσον ο 19χρονος Ντανιέλ, καλείται να κρατήσει ψηλά τη «σημαία» των Τσεζάρε και Πάολο. Όμως, δεν αποτελούν το μοναδικό παράδειγμα!
Το BN Sports συγκέντρωσε και παρουσιάζει τις 5+1 περιπτώσεις, όπου τρεις γενιές μιας οικογένειας, έγραψαν τη δική τους ιστορία στο «χορτάρι». Από τους Φορλάν και τους Αλόνσο, έως τους «δικούς» μας, Σεϊταρίδηδες!
Ο πατέρας του, Πάμπλο Φορλάν, φόρεσε τη φανέλα της Ουρουγουάης τόσο στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 1966, όσο και σε αυτό του 1974! Επί μία επταετία «υπηρέτησε» την Πενιαρόλ, πριν μετακινηθεί και παραμείνει στη Σάο Πάολο για το ίδιο χρονικό διάστημα!
Όσον αφορά το παλαιότερο μέλος της ποδοσφαιρικής ιστορίας της οικογένειας, τον Χουάν Κάρλος Κοράσο, αγωνίστηκε στην Ιντεπεντιέντε τη δεκαετία του ’40, την ομάδα που έκανε τα πρώτα του «βήματα» ο εγγονός του, Ντιέγκο. Παράλληλα, οδήγησε από τους πάγκους το εθνικό συγκρότημα της Ουρουγουάης στην κατάκτηση δύο Copa America, αλλά και στη συμμετοχή στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 1962!
Ο παππούς του, Μαρκίτος, αγωνίστηκε στη Ρεάλ Μαδρίτης, όντας μέλος της «χρυσής» εποχής των πέντε συνεχόμενων Κυπέλλων Πρωταθλητριών, από το 1956 έως το 1960! Ποιος να περίμενε πως ο γιος του, θα φορούσε τα χρώματα της άσπονδης αντιπάλου;
Με την ονομασία Μάρκος, για αποφυγή οποιασδήποτε σύγχυσης με το Μαρκίτος του πατέρα του, έζησε τις σπουδαιότερες ημέρες της καριέρας του στην Μπαρτσελόνα, αγωνιζόμενος στα άκρα της επίθεσης. Παρέμεινε στην Καταλονία για πέντε χρόνια, στα οποία κατόρθωσε να πανηγυρίσει ένα Κύπελλο Ισπανίας το 1983 και ένα πρωτάθλημα το 1985! Το μεγαλύτερό του παράπονο;
Ο χαμένος τελικός του Κυπέλλου Πρωταθλητριών το 1986, όταν η Στεάουα στέρησε τον τίτλο από τους «μπλαουγκράνα» στα πέναλτι!
Ωστόσο, είκοσι πέντε χρόνια μετά, ο γιος του κατάφερε να επαναφέρει στα χέρια της… οικογενείας το βαρύτιμο ευρωπαϊκό τρόπαιο, στη νέα του μορφή, κατακτώντας το Champions League το 2021 με τη φανέλα της Τσέλσι!
Μέτρησε περισσότερα από 350 γκολ, ενώ βρήκε και δύο φορές δίχτυα με τη φανέλα της ολλανδικής αποικίας! Ναι, το επίπεδο ήταν χαμηλό, αλλά οι αριθμοί του προκαλούν δέος!
Η μετακίνηση του στην Ολλανδία με το τέλος της ποδοσφαιρικής του καριέρας του 1970 και η γέννηση του Πάτρικ έξι χρόνια αργότερα, σήμαναν τη συνέχεια της παράδοσης! Υπό τη σκέπη του Άγιαξ, όντας γέννημα-θρέμμα των ακαδημιών του, ο Πάτρικ Κλάιφερτ «ταρακούνησε» την Ευρώπη στα ‘90s, όταν -όντας 19 ετών- σκόραρε το νικητήριο γκολ στον τελικό του Champions League του 1995, απέναντι στην κάτοχο του τροπαίου, Μίλαν!
Ακολούθησε ένας χρόνος στους «ροσονέρι» και έπειτα άνοιξε το κεφάλαιο της Μπαρτσελόνα. Με το τέλος της πρώτης του χρονιάς στο Καμπ Νου, ήρθε στον κόσμο τον Μάιο του 1999, ο γιος του, Τζάστιν, που ακολουθεί τα χνάρια του πατέρα του, παρότι δεν αγωνίζεται στην κορυφή, αλλά στα άκρα της επίθεσης!
Τα πρώτα του «βήματα» έγιναν στον Άγιαξ, με τη φανέλα του οποίου έκανε ντεμπούτο στα 17 του χρόνια, το 2017! Πλέον, αγωνίζεται στη Νις, ως δανεικός από τη Ρόμα, ενώ δεν αποτελεί τον μόνο απόγονο της οικογενείας Κλάιφερτ που πήρε τον δρόμο του ποδοσφαίρου.
Τα δύο του αδέρφια, Κουίνσι και Ρούμπεν, ασχολούνται με το ποδόσφαιρο, με τον πρώτο να βρίσκεται στις χαμηλότερες κατηγορίες του ολλανδικού ποδοσφαίρου, τη στιγμή που ο άλλος διακρίνεται στις ακαδημίες της Ουτρέχτης!
Η πορεία του Έιντουρ από εκείνο το παιχνίδι κι έπειτα, είναι λίγο-πολύ γνωστή! «Έχτισε» το όνομά του στην Μπόλτον, την Τσέλσι και την Μπαρτσελόνα, ενώ πέρασε και από τα ελληνικά γήπεδα φορώντας τη φανέλα της ΑΕΚ τη σεζόν 2011-12. Στη χώρα μας, ωστόσο, δεν μπόρεσε να παρουσιάσει το αδιαμφισβήτητο ταλέντο του, αφού ένας σοβαρός τραυματισμός σε ένα ντέρμπι με τον Ολυμπιακό, τον έθεσε νοκ-αουτ για το υπόλοιπο της σεζόν.
Η οικογενειακή παράδοση, όμως, δεν σταμάτησε στον Έιντουρ, αφού ο γιος του, Σβέιν Άρον, ακολούθησε το «μονοπάτι» του πατέρα και του παππού του! Αγωνίζεται κι αυτός ως κεντρικός επιθετικός, με τη φανέλα της Έλφσμποργκ, πλέον, ενώ τα δύο του αδέρφια, ο Άντρι και ο Ντάνιελ Τρίσταν, αγωνίζονται στις μικρότερες ομάδες της Ρεάλ Μαδρίτης!
Επί χρόνια αποτέλεσε ένα μεγάλο σταρ, που διέπρεψε με τη φανέλα του Άγιαξ, της Αϊντχόφεν και της Μπαρτσελόνα, κατέκτησε δις το Κύπελλο Πρωταθλητριών (1988, 1992), ενώ υπήρξε αναπόσπαστο κομμάτι της Εθνικής Ολλανδίας που έφτασε ως την κατάκτηση του EURO το 1988! Εξετάζοντας κανείς το γενεαλογικό του δέντρο, ωστόσο, θα παρατηρήσει πως δεν είναι ο μόνος που ακολούθησε επαγγελματική καριέρα στο ποδόσφαιρο!
Ο πατέρας του, Μάρτιν Κούμαν, υπήρξε «φύλακας» των μετόπισθεν της Γκρόνινγκεν για εννέα χρόνια τη δεκαετία του ’70 και παρότι δεν κατάφερε να «χαράξει» πορεία ανάλογη του γιου του, σημείωσε μία -και μοναδική- συμμετοχή του με το εθνόσημο, το 1964!
Ο έτερος γιος του, Έρβιν, τόσο με τη φανέλα της Γκρόνινγκεν, όσο και με αυτήν της Αϊντχόφεν, έγραψε τη δική του ιστορία, αποτελώντας παράλληλα βασικότατο μέλος των «οράνιε» που κατέκτησε το Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα το 1988!
Συνεχιστής της παράδοσης είναι ο Ρόναλντ Τζούνιορ, γιος του νυν (κανείς δεν ξέρει μέχρι πότε) προπονητή της Μπαρτσελόνα, που γεννήθηκε στην Καταλονία, κατά τη θητεία του πατέρα του στους «μπλαουγκράνα» ως ποδοσφαιριστής!
Παρότι βρίσκεται στα 26 του χρόνια, δεν έχει κατορθώσει να παρουσιάσει κάτι αξιοσημείωτο στην καριέρα του, όντας μέλος ομάδων της δεύτερης κατηγορίας της Ολλανδίας -κυρίως- όπως η Top Oss, στην οποία αγωνίζεται φέτος.
Υπήρξε ένα από τα σπουδαιότερα δεξιά μπακ που έβγαλε η χώρα μας, διαπρέποντας -μεταξύ άλλων- με τη φανέλα του Παναθηναϊκού, της Πόρτο και της Ατλέτικο Μαδρίτης. Συστήθηκε στο Champions League -και το ευρωπαϊκό ποδόσφαιρο κατά συνέπεια- δίνοντας τη δική του «απάντηση» στον Σερ Άλεξ Φέργκιουσον όταν ξεστόμισε το μνημειώδες ερώτημα στην αναμέτρηση του «τριφυλλιού» με τη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ το 2001: «Who is Giourkas?».
Το όνομά του το πήρε από τον παππού του, Γιώργο, που συνήθιζαν να τον αποκαλούν Γιούρκα, και υπήρξε πρόσφυγας ποντιακής καταγωγής, που εγκαταστάθηκε στον Πειραιά. Ο ερχομός του στην Ελλάδα και η αγάπη του για το ποδόσφαιρο τον έφεραν στην Προοδευτική, της οποίας αποτέλεσε μέλος από το 1937 έως το 1954 που τελείωσε την καριέρα του. Μάλιστα, επί ένα χρόνο φορούσε τη φανέλα του Παναθηναϊκού σε φιλικούς αγώνες, χωρίς να ολοκληρωθεί ποτέ η μεταγραφή του, αφού η ομάδα του Κορυδαλλού δεν έδινε τη συγκατάθεσή της.
Την πολυπόθητη μετακίνηση στο «τριφύλλι» έμελλε να την εκπληρώσει ένας εκ των δύο γιων του: ο Δημήτρης, αφού ο έτερος, ο Μίλτος, αγωνίστηκε στις χαμηλότερες κατηγορίες κυρίως.
Το 1974 μετακινήθηκε από την ΑΕΛ στον Παναθηναϊκό, όπου παρέμεινε για μόλις έναν χρόνο, πριν εγκατασταθεί στα Ιωάννινα και γράψει «χρυσές» σελίδες με τον ΠΑΣ, αφού αγωνίστηκε με τη φανέλα του «Άγιαξ της Ηπείρου» περισσότερες από 120 φορές και έκλεισε σε αυτόν την καριέρα του.
Παρόλα αυτά, το μεγαλύτερο highlight της καριέρας του, έμελλε να το σημειώσει με τη φανέλα του Εθνικού Πειραιώς, όταν στις 17 Μαΐου του 1981 πέτυχε πέντε γκολ σε μία ιστορική νίκη με 10-0 (!) επί του Ατρομήτου και μπήκε σε ένα κλειστό κλαμπ παικτών που έχουν σημειώσει πέντε γκολ σε ένα ματς.
Εκεί όπου συναντά κανείς -μεταξύ άλλων- τους Θωμά Μαύρο, Ντέμη Νικολαΐδη, Κριστόφ Βαζέχα και Γκόραν Βλάοβιτς.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου