Από τον ιάπωνα στρατιώτη Σόιτσι Γιόκοϊ μέχρι τον Νεοζηλανδό Τομ Νιλ που έμεινε για 16 χρόνια μόνος σ΄ ένα νησί.
«Η εξαφάνιση του είδους είναι ο κανόνας. Η επιβίωση είναι η εξαίρεση.» (Καρλ Σέιγκαν, Αμερικανός αστρονόμος, 1934-1996)
Την Δευτέρα 24 Ιανουαρίου 2022 συμπληρώθηκαν 50 χρόνια από τις 24 Ιανουαρίου 1972 (άντε!). Το απόγευμα εκείνης της μέρας,
δυο ψαράδες στις όχθες του ποταμού Ταλοφόφο στην νήσο Γκουάμ ανακάλυψαν έναν ταλαιπωρημένο άντρα, πιθανότατα Γιαπωνέζο. Πράγματι: ήταν ο λοχίας του ιαπωνικού στρατού, Σόιτσι Γιόκοϊ, ο οποίος είχε περάσει τα τελευταία 28 χρόνια της ζωής του στην ζούγκλα της Γκουάμ αγνοώντας το τέλος του Β’ Παγκόσμιου. Μπα, δηλαδή;Δηλαδή από το 1944, όπου οι Αμερικανοί κατέλαβαν το νησί, ο Γιόκοϊ διέφυγε στην ζούγκλα, όπου και έζησε σχεδόν 30 χρόνια –αρχικά με άλλους δυο Γιαπωνέζους φαντάρους (πέθαναν αυτοί σε μια πλημμύρα), και ύστερα μόνος του τα τελευταία οκτώ χρόνια. Πώς; Τρώγοντας ξηρούς καρπούς, μάνγκο, παπάγια, σαλιγκάρια, αρουραίους και βατράχια (δύσκολο για Mystery Box, όσο και να πεις). Μέχρι το 1952 πίστευε ότι ο Πόλεμος συνεχιζόταν κανονικά, εξού και κρυβόταν. Στην συνέχεια, που κάπως έμαθε τα μαντάτα, απλά φοβόταν να βγει από την ζούγκλα, επειδή, όπως είπε μετά την «επιστροφή» του στην πατρίδα, «Εμείς οι Ιάπωνες στρατιώτες είχαμε μάθει να προτιμάμε τον θάνατο από την ατίμωση της αιχμαλωσίας».
Οκέι, μπορεί η ψυχική του υγεία να επηρεάστηκε από τόσα χρόνια… πατριωτικής επιβίωσης στην άγρια φύση, αλλά ο γιατρός που εξέτασε τον Γιόκοϊ τον βρήκε σε αρκετά καλή φυσική κατάσταση. Πώς, στο καλό, τα κατάφερε; Εμ, το ένστικτο της επιβίωσης, βρε κουτό. Που επιβεβαιώνει πανηγυρικά την παραπάνω ρήση του Σέιγκαν –επιβεβαιώνοντας συγχρόνως και τον κανόνα. Διότι οι άνθρωποι που καταφέρνουν να επιζήσουν για καιρό χαμένοι μες στην φύση κάπου επί της Γης είναι όντως η εξαίρεση.
Με αφορμή την επέτειο Γιόκοϊ, πάμε να δούμε μερικά διάσημα παραδείγματα απίστευτης ανθρώπινης επιβίωσης. Ξεκαθαρίζω, δεν θα πιάσουμε περιπτώσεις α) σαν του θηριώδη Ισλανδού ψαρά Γκουδλφγκούρ Φριδφόρσον (δεν προφέρεται έτσι, αλλά αδύνατον να μεταγράψω αυτό που ακούω στο forvo.com), ο οποίος τον Μάρτιο του 1984, με το που βούλιαξε νυχτιάτικα το ψαράδικό τους στον παγωμένο Βόρειο Ατλαντικό, κολύμπησε έξι ώρες σε νερά 5°C, και μετά περπάτησε άλλες τρεις ώρες σε κοφτερά βράχια λάβας μες στον ψόφο πριν καταφέρει να ζητήσει βοήθεια –η επιβίωσή του είναι μεν απίστευτη, αλλά ολιγόωρη, β) σαν του Αμερικανού Άρον Ράλστον, που το 2003 έζησε πέντε μέρες σφηνωμένος σε ένα φαράγγι της Γιούτα, πριν κόψει το χέρι του και γλιτώσει, για να γίνει αργότερα η ταινία-σουξέ «127 ώρες» με πρωταγωνιστή τον Τζέιμς Φράνκο –εδώ, υπήρχε τραυματισμός και όχι απρόσκοπτη επιβίωση.
Επιβίωση, αλλά στην θάλασσα
Ο Χοσέ Σαλβαδόρ Αλβαρένγκα από το Σαλβαδόρ είναι ένας ψαράς που (ξεκινώντας) τον Νοέμβριο του 2012 έζησε 13 μήνες πάνω σε ένα τσακισμένο πλεούμενο καταμεσίς του Ειρηνικού. Εννοείται πως δεν έχει ποτέ ξανά καταγραφεί τέτοιο εν πλω περιστατικό. Ο 36χρονος Αλβαρένγκα, μαζί με έναν άλλο νεαρό, είχαν βγει για ψάρεμα στ’ ανοικτά της δυτικής ακτής του Μεξικού, έπεσαν σε πενθήμερη φρικτή καταιγίδα, βρέθηκαν αλλού ντ’ αλλού χωρίς μηχανή, πανιά και ασύρματο, αλλά κατάφεραν να επιζήσουν τρώγοντας ωμό ψάρι, χελώνες και… τσούχτρες. Και πίνοντας βρόχινο νερό και αίμα χελώνας. Ο συνταξιδιώτης αρρώστησε και πέθανε, μα ο Αλβαρένγκα έπλευσε άλλους εννιά μήνες μόνος πριν βγει σε ένα νησάκι των Μάρσαλ μετά από 438 μέρες και μια απόσταση πάνω από 9.500 θαλασσινά χιλιόμετρα…
Επιβίωση για… λογοτεχνία
Μεταξύ Οκτωβρίου 1704 και Φεβρουαρίου 1709, ο Σκωτσέζος ναύτης Αλεξάντερ Σέλκερκ έζησε ως ναυαγός σε ένα νησάκι του αρχιπελάγους Χουάν Φερνάντεζ στα (πολύ) ανοικτά της Χιλής. Τον είχε παρατήσει εκεί ο καπετάνιος του, με κάποια στοιχειώδη υλικά επιβίωσης, επειδή ο Σέλκερκ γκρίνιαζε πως καλύτερα να ξεμείνει κανείς στο εν λόγω νησάκι, παρά να συνεχίσει να ταξιδεύει με ένα πλοίο που (όντως) έμπαζε. Δεν το εννοούσε, αλλά ο κάπτεν το πήρε τοις μετρητοίς… Αρχικά ο Αλεξάντερ έμεινε στην παραλία φτιάχνοντας αχυρένιες καλύβες και τρεφόμενος με όστρακα και κάνα ψάρι. Όταν, όμως, λίγο καιρό μετά έσκασαν στην παραλία ορδές θαλάσσιων λεόντων για το ετήσιό τους ζευγάρωμα, ο Σέρκερκ υποχώρησε στα ενδότερα του νησιού. Όπου είχε την απίστευτη τύχη να βρει τους άγριους απογόνους κατσικιών που είχαν αφήσει κάποιοι παμπάλαιοι κάτοικοι του νησιού εξασφαλίζοντάς έτσι γάλα, κρέας και ρούχα. Την 1η Φεβρουαρίου 1709 σώθηκε από κουρσάρους…
Αυτουνού του ανθρώπου η ιστορία στάθηκε η έμπνευση για τον περιώνυμο «Ροβινσώνα Κρούσο» του Ντάνιελ Νταφόε, αλλά και «Τα ταξίδια του Γκάλιβερ» του Τζόναθαν Σουίφτ. Άσε που μπορεί να κλείνει και το μάτι στον (υπέροχο) «Ναυαγό» του Ζεμέκις με τον Τομ Χανκς να αναζητά σπαρακτικά την μπάλα Wilson…
Ο ρέκορντμαν
Εντάξει, δεν ήταν μονοκοπανιά και μια κι έξω η παραμονή του εκτός πολιτισμού, αλλά σίγουρα ο Νεοζηλανδός Τομ Νιλ (1902-1977) κατέχει την πιο εντυπωσιακή επίδοση απ’ όλους: τρεις περίοδοι συνολικής διάρκειας 16 ετών ζώντας μόνος σε ένα εξωτικό νησάκι της ατόλης Σουγουάροου στις Νήσους Κουκ. Την πρώτη φορά έμεινε από το 1952 έως το 1954, εξημέρωσε κάτι αγριόκοτες, φύτεψε καλλιέργειες –πριν τον πάρουν μισοπαράλυτο από το νησάκι μετά από ατύχημα και σοβαρό τραυματισμό. Η πλάτη έγειανε, ο Τομ παντρεύτηκε, απέκτησε δυο παιδιά, αλλά το 1960 ξανάφυγε για το νησί «του». Άλλα τέσσερα χρόνια απομόνωσης. Σύντομη επιστροφή, και το 1967 ο Νιλ, οπλισμένος με την εμπειρία των δυο προηγούμενων θητειών του, ξαναγυρίζει ολομόναχος στην εξωτική νησίδα του. Αυτή την φορά έμεινε 10 ολόκληρα χρόνια.
Μην μπερδεύεστε, η προσπάθεια του Νιλ μετράει και παραμετράει. Διότι όσο κι αν ήταν εκούσια η μετάβαση/ παραμονή του στο ερημικό νησάκι, δεν ήταν καθόλου ελεγχόμενη. Για να φύγει, ας πούμε, από το φαινομενικά ειδυλλιακό καταφύγιό του, έπρεπε να περάσει τυχαία και να τον μαζέψει κάποιο, οποιοδήποτε σκάφος. Το 1954 τον βρήκαν ασάλευτο με σακατεμένη πλάτη· το 1977 φεύγοντας οριστικά από το Σουγουάροου, η υγεία του ήταν πια πολύ κλονισμένη. Οκτώ μήνες αργότερα, πέθανε από καρκίνο του στομάχου. Αμ, τελικά δεν φταίει μόνο ο φρενήρης τρόπος ζωής, το τσιγάρο, και τα τρανς λιπαρά…
Δυο κυρίες
Κι επειδή, «κοψιάλειες» μέρες που ζούμε, μπορεί κάποιος να πάει να κοτσάρει αρσενικό πρόσημο αποκλειστικότητας στην άγρια επιβίωση των ανθρώπων, ιδού και δυο θηλυκές περιπτώσεις. Το νησί Σαν Νικολάς, 100 χιλιόμετρα έξω από το Λονγκ Μπιτς της Καλιφόρνια και ξεκομμένο ολότελα από τα υπόλοιπα Τσάνελ Άιλαντς, έγινε το μοναχικό καταφύγιο της ανώνυμης γυναίκας, γνωστής με το προσωνύμιο Η Μοναχική Γυναίκα του Νησιού Σαν Νικολάς. Το μακρινό 1835, όταν Ρώσοι κυνηγοί βίδρας εισέβαλαν στο νησί και μακέλεψαν τον ντόπιο πληθυσμό, ήρθαν μισθοφόροι Ευρωπαίοι να φυγαδέψουν τους επιζήσαντες, όλοι τους μέλη της φυλής Νικολένιο. Αυτή η γυναίκα έμεινε πίσω. Κατάμονη. Στο Σαν Νικολάς.
Το 1853, ήγουν 18 χρόνια αργότερα, ο βιδροκυνηγός Γκεόργκ Νίντεβερ βρήκε την γυναίκα να ζει σε μια καλύβα φτιαγμένη από κόκκαλα φάλαινας τρώγοντας κατά κύριο λόγο αποξηραμένο λίπος φώκιας (keto, ξεκάθαρα). Την πήρε μαζί του σε μια ιεραποστολή στην Σάντα Μπάρμπαρα (μιλάμε για πολύ παλιά, έτσι;) Την βάφτισε και χριστιανή: Χουάνα Μαρία. Εκείνη ενθουσιαζόταν με τα πάντα –ρούχα, ανθρώπους, άλογα, σπίτια, λευκούς, το φαΐ… Επτά βδομάδες αργότερα, η Χουάνα Μαρία κόλλησε δυσεντερία. Και πέθανε.
Καλύτερη τύχη είχε η Άντα Μπλάκτζακ (κι όμως…), μια γυναίκα Ινουίτ που πριν από έναν αιώνα έζησε για δυο ολόκληρα χρόνια μόνη σε ακατοίκητο νησί της Βόρειας Σιβηρίας (πιο βόρεια, πεθαίνεις, δηλαδή). Η Άντα, σε μια προσπάθεια να μαζέψει λεφτά για την θεραπεία του φθισικού γιού της, πήγε να δουλέψει ως μαγείρισσα και ράφτρα σε μια εξερευνητική τετραμελή αποστολή που ζαχάρωνε το νησί Βράνγκελ (τέρμα Θεού, βορειότερα κι απ’ τον Βερίγγειο Πορθμό). Ξεκίνησαν στις 16 Σεπτεμβρίου 1921. Αλλά η πλημμελής προετοιμασία και η κακή διαχείριση των τροφίμων τούς έφερε σε αδιέξοδο. Τρεις άντρες αποφάσισαν να διασχίσουν την παγωμένη θάλασσα και να πάνε να ζητήσουν βοήθεια. Και φαΐ! Η Άντα έμεινε πίσω με τον Αμερικανό εξερευνητή, Λορν Νάιτ, που έπασχε από σκορβούτο. Οι άλλοι δεν γύρισαν ποτέ.
Όχι αναπάντεχα, η Άντα ανέλαβε την φροντίδα και των δυο. Έμαθε να στήνει παγίδες στις αρκτικές αλεπούδες, και έγινε πρώτη στο σημάδι πυροβολώντας πουλιά, φώκιες –ακόμη και με πολικές αρκούδες τα έβαλε για να προστατέψει το «σπίτι» τους. Και τα κατάφερε θαυμάσια και τους πέντε τελευταίους μήνες που έμεινε μόνη μετά τον θάνατο του Νάιτ. Τελικά, στις 19 Αυγούστου 1923, ένας τύπος που είχε μισθώσει ο Βιλχάλμουρ Στέφανσον, ο τέως αρχηγός της αρχικής κακότυχης αποστολής, την βρήκε και την πήρε μαζί του. Η Άντα γύρισε, με τις οικονομίες της κούραρε τον άρρωστο γιό, απέκτησε κι έναν δεύτερο, και τελικά, μετά τα 65 της επέστρεψε στην Αρκτική, όπου και εκοιμήθη στα 85.
Ζωή σε λόγου μας!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου