Δεν έχει σημασία.
Εκείνο που μετράει είναι ότι ο τύπος με το νούμερο 6 στην πλάτη
πηγαίνει στην γραμμή της φιλανθρωπίας για τρεις βολές με το σκορ στο 117-114. Αν βάλει και τις 3, τότε στέλνει το παιχνίδι στην παράταση. Αν χάσει έστω και μία, στέλνει την ομάδα του στα βράχια.Βαθιά ανάσα εν μέσω οχλοβοής πριν την πρώτη. Η μπάλα φεύγει από τα χέρια του και το στεφάνι την «ξερνάει». Δεύτερη μέσα. Τρίτη, ηθελημένα έξω. Τέλος. Το ανεπιθύμητο κίτρινο φύλλο (ακόμα ένα, για την ακρίβεια) καταλήγει και πάλι στους Λιμνάνθρωπους που βλέπουν ότι θα χρειαστεί να ιδρώσουν ακόμα και για να μπουν στο play-in.
Ο ΛεΜπρόν Τζέιμς κατάφερε να γίνει το απόλυτο έμβιο παράδειγμα του όρου «χαρμολύπη», καθώς την βραδιά που πέρασε για νιοστή όγδοη φορά (αν μετράμε σωστά) στο μπασκετικό πάνθεον ήταν, παράλληλα, και ο μοιραίος για τους Λέικερς: ο «Βασιλιάς» κόντρα στο Γκόλντεν Στέιτ τα ξημερώματα της Κυριακής έγινε ο πρώτος σκόρερ στην ιστορία του NBA σε πόντους (σε regular season + playoffs) αφήνοντας πίσω του τον Καρίμ-Αμπντούλ Τζαμπάρ- ένα επίτευγμα αδιανόητο αν σκεφτούμε πως ο LBJ είναι ένας passing first παίκτης και όχι «στείρος» σκόρερ.
Το «απαστράπτον» επίτευγμά του, όμως, αμαυρώθηκε ελαφρώς από το γεγονός πως μετά το φάουλ που του έκανε ο Κάρι (που είναι ξεκάθαρα πριν σηκωθεί για τρεις ,επομένως δύο βολές, αλλά δε γαμ…βαριέσαι μέρα που είναι) δεν μπόρεσε να βάλει 3/3 βολές και να οδηγήσει τον αγώνα στην παράταση.
Και, όπως συμβαίνει πάντα όταν ο ΛεΜπρόν αποτυγχάνει, οι ορδές των haters του έστησαν πάρτι που κάνει το αντίστοιχο του Λουκιανού Κηλαηδόνη στην Βουλιαγμένη να μοιάζει με χαλαρή μάζωξη φίλων σε σπίτι για να παίξουν Scrabble ένα βράδυ Πέμπτης.
Ο (κουραστικός, μα πανέξυπνος) Σκιπ Μπέιλις έφτασε σε δυσθεώρητα επίπεδα προσωπικής ηδονής ποστάροντας γραφικότητες στο twitter σε κεφαλαία γράμματα, προφανώς για να καταδείξειότι φώναζε από ευχαρίστηση μόλις έχασε την πρώτη βολή ο Τζέιμς.
Δεν είναι έτσι, ακόμα κι αν έτσι νομίζετε: υπάρχουν οι περιβόητες χαμένες κόντρα στο Κλίβελαντ στο 4ο παιχνίδι των playoffs του 1989, υπάρχουν αυτές κόντρα στους Κλίπερς την σεζόν 1997-1998 (που, βέβαια, στην εξέλιξη της φάσης πήρε το ριμπάουντ και ισοφάρισε με λέι-απ) και υπάρχουν, φυσικά, και πληθώρα χαμένων νικητήριων σουτ.
Ολ’ αυτά, βέβαια, δεν αποτελούν ψόγο για τον (αψεγάδιαστο) Μάικ- σε καμία των περιπτώσεων. Δε θα μπορούσαν, άλλωστε: ο πορτοκαλί αποχρώσεων θρύλος του MJ είναι τόσο ακλόνητος και αρραγής, που ουδείς μπορεί να τον σπιλώσει. Πώς να πετάξεις λάσπη σ’ ένα αυτοκαθαριζόμενο, τηλαυγές μπασκετικό παραμύθι; Στο πιο ξεχωριστό, ενδεχομένως, παραμύθι όλων των εποχών; Δε γίνεται.
Από την άλλη, όμως, η συνεχής «επίθεση» στον ΛεΜπρόν από τους… οπαδούς του Τζόρνταν αγγίζει τα όρια του, εντός λογικού πλαισίου, παραλογισμού: ακόμα κι αν δεν πρόκειται ποτέ να το παραδεχτούν οι ίδιοι ούτε στον ατέρμονο αιώνα τον άπαντα, το γεγονός πως ο LBJ είναι αυτός που αμφισβητεί ευθέως τον Μάικλ για τον τίτλο του GOAT, τους οδηγεί πολλές φορές σε ανεξήγητες ατραπούς. Εκεί που στο τέλος του δρόμου η υπερβολή περιμένει με ανοιχτές αγκάλες κάθε εύπιστο ή κάθε έναν που ψάχνει να μειώσει, παντί τρόπω, το μεγαλείο του Μπρον.
Γιατί, ξέρετε, ο Τζέιμς είναι πράγματι μεγαλειώδης: στα 37 του και με 19 ολόκληρες σεζόν στην πλάτη του «γράφει» φέτος 29 πόντους μέσο όρο με 8 ριμπάουντ και 6.5 ασίστ- νούμερα, δηλαδή, που είναι απλώς παράλογα για την ηλικία και την αδυσώπητη καταπόνηση που έχει δεχτεί το σώμα του.
Ούτε χρειάζεται κανείς να πει πως ο ΛεΜπρόν (λόγω και του γεγονότος πως έχει παίξει περισσότερα παιχνίδια) έχει ευστοχήσει σε πιο πολλά clutch shots απ’ ό,τι ο Τζόρνταν και πως έχει καλύτερο ποσοστό ευστοχίας στα τελευταία λεπτά των αγώνων. Δεν είναι όλα «ξερά» νούμερα στο μπάσκετ- όχι.
Πρώτιστα και πάνω απ’ όλα είναι εκείνο το σκίρτημα που αισθανόμασταν στην καρδιά όταν ο Μάικλ έβγαζε έξω την γλώσσα και εφορμούσε προς το καλάθι. Η ζεστασιά της ψυχής όταν παρακολουθούμε τον ΛεΜπρόν να κερδίζει το μπρα-ντε-φερ με τον Χρόνο.
Το ποιος εκ των δύο είναι ο GOAT δεν έχει καμία απολύτως σημασία. Εκείνο που μετράει είναι πως και οι δύο έχουν «απεκδυθεί» εντέχνως την ανθρώπινή τους υπόσταση και κάνουν εξωγήινα πράγματα.
Ναι, εντάξει: κι αυτοί ματώνουν. Κι αυτοί έχουν μέρες που ζαλίζονται, κάνουν, σπανίως, μέτριους αγώνες. Είναι καμωμένοι από σάρκα και οστά, το καταλαβαίνουμε. Είναι, εν τέλει, κι αυτοί άνθρωποι.
Γι’ αυτό έχαναν και θα χάσουν κρίσιμες βολές. Νικητήρια σουτ. Εύκολα καλάθια. Θα κάνουν γκάφες- ναι, ακόμα κι αυτοί που όταν γεννήθηκαν έσκυψε ο Θεός και τους χάρισε ένα ταλαντούχο φιλί στο μέτωπο, δίνοντας το έναυσμα για μία αγωνιστική βόλτα στο τραινάκι του θαύματος.
Το ημερολόγιο δείχνει 14 Φλεβάρη, έτσι δεν είναι;
Μάθετε ν’ αγαπάτε. Μην μισείτε τυφλά τον Μάικ, τον ΛεΜπρόν ή τον οποιονδήποτε σπουδαίο, απλά και μόνο για την απενοχοποιημένη απόλαυση της προσπάθειας να τους προσγειώσουμε θορυβωδώς στη γη.
Ο Τζόρνταν δεν παίζει άλλο. Ο Τζέιμς έχει μία σκάρτη διετία-τριετία μπροστά του.
Έπειτα, σιωπή. Τέλος. Σιγά-σιγά η μεταλλική γεύση του δηλητηρίου που έχουμε στάξει όλ’ αυτά τα χρόνια θ’ αντικατασταθεί από την γλυκόπικρη της «απώλειας».
Και δεν υπάρχει τίποτα χειρότερο από το να γνωρίζεις ετεροχρονισμένα την αγάπη.
Από τον θόρυβο που κάνει όταν κλείσουν τα φώτα και φύγει για πάντα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου