Ο μάγος των μηχανικών που ξεκίνησε μια εταιρεία κολοσσό από έναν… καυγά.
O Lamborghini είχε δημιουργήσει ήδη μια αυτοκρατορία στο χώρο των αγροτικών οχημάτων, κυρίως των τρακτέρ, και ήταν τόσο πλούσιος ώστε μετά τα μέσα της δεκαετίας του 1950 να αγοράσει… επτά διαφορετικά πολυτελή και γρήγορα αυτοκίνητα, ώστε να χρησιμοποιεί ένα για κάθε ημέρα της εβδομάδας. Οι Ferrari, βέβαια, δεν θα μπορούσαν να λείπουν από το μπουκέτο τους, μαζί με Alfa Romeo, Mercedes-Benz, Jaguar, Lancia και δύο Maserati.
Το 1940 η έναρξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου τον βρήκε να υπηρετεί στην ιταλική βασιλική αεροπορία. Τον έστειλαν στη Ρόδο, τα τότε ακόμα ιταλοκρατούμενα Δωδεκάνησα, σαν μηχανικό των αυτοκινήτων της φρουράς του νησιού. Εκεί εξελίχθηκε γρήγορα σε προϊστάμενο μηχανικό όλων των στρατιωτικών δυνάμεων του νησιού. Κι ήταν τόσο απαραίτητος, ώστε μετά την αλλαγή στρατοπέδου των Ιταλών το 1943 και την κατάληψη του νησιού από τους ναζί, οι Γερμανοί όχι μόνο δεν τον αιχμαλώτισαν (όπως έκαναν με 30.000 συμπατριώτες του), αλλά του επέτρεψαν να κρατήσει τη θέση του. Αυτό ακριβώς του δημιούργησε κι ένα μεγάλο πρόβλημα. Όταν η Ρόδος απελευθερώθηκε από τα βρετανικά στρατεύματα, ο Lamborghini συνελήφθη ως συνεργάτης των Γερμανών. Έμεινε κρατούμενος για πάνω από έναν χρόνο, χωρίς να μπορεί να επιστρέψει στην Ιταλία. Τελικά κατάφερε να αποδείξει ότι η συνεργασία του ήταν μόνο σε επίπεδο επισκευών αυτοκινήτων και δεν επισκεύαζε όπλα. Με το που αποφυλακίστηκε φρόντισε γρήγορα να επιστρέψει στην Ιταλία και να παντρευτεί.
Ο Lamborghini είχε ανοιχτή θέση για να δουλέψει στις κρατικές ιταλικές συγκοινωνίες ως επικεφαλής μηχανικός, αλλά αποφάσισε να γίνει επιχειρηματίας. Συνδύαζε την εμπειρία του στις μηχανές με τις προηγούμενες αγροτικές εικόνες της νιότης του, μυρίστηκε την μεγάλη ανάγκη των αγροτών για σύγχρονα μηχανήματα και το 1947 θεμελίωσε την Lamborghini Trattori. Εκτός από αξιόπιστος μηχανικός, ο Lamborghini αποδείχτηκε και διπλωμάτης. Τα τρακτέρ του κατέκλυσαν κατ’ αρχάς την ιταλική αγορά, αλλά αυτό που τον απογείωσε ήταν τα συμβόλαια που έκλεισε ακόμα και με κυβερνήσεις κρατών. Μπορεί να του φόρτωναν τη ρετσινιά ότι συναλλασσόταν με δικτάτορες και ανελεύθερα καθεστώτα (κυρίως στην Αφρική και τη Νότια Αμερική), αλλά οι πωλήσεις χτυπούσαν κόκκινο.
Όταν αποφάσισε να φτιάξει ένα αληθινά ακριβό αυτοκίνητο, ο Lamborghini απέκτησε και τον έρωτα με τους ταύρους. Το 1962 επισκέφθηκε πρώτη φορά το ράντσο του Don Eduardo Miura Fernández, του πιο γνωστού εκτροφέα ταύρων για ταυρομαχίες στην Ισπανία. Εκεί εντυπωσιάστηκε τόσο πολύ απ’ αυτά που έμαθε και έζησε, που υιοθέτησε τον επιτιθέμενο ταύρο για έμβλημα όλων των επιχειρήσεών του. Μάλιστα έδωσε σε όλα τα μοντέλα αυτοκινήτων του ονόματα που έχουν σχέση με ταύρους, ταυρομαχίες, μέχρι και το όνομα του Μιούρα.
Η μοναδική εξαίρεση που έκανε ήταν το πασίγνωστο μοντέλο Countach, που κυκλοφόρησε το 1974. Η λέξη αυτή δεν μεταφράζεται, ούτε καν στα ιταλικά. Είναι ένα επιφώνημα, αντίστοιχο με το «ουάου», που το χρησιμοποιούν στην πιεμοντέζικη διάλεκτο των ιταλικών. Λέγεται ότι το φώναξε ο αρχιμηχανικός της εταιρείας, ο Νούτσιο Μπερτόνε, όταν άκουσε για πρώτη φορά τη μηχανή να βρυχάται. Ο Lamborghini, που ήταν δίπλα του, είπε «μόλις ονόμασες το μοντέλο
Έχοντας επεκταθεί και στον τομέα των μηχανών σκαφών, αλλά και των κλιματιστικών, ο Lamborghini φαινόταν να έχει αστείρευτη ενεργητικότητα. Έτσι, λοιπόν, προκαλεί μεγάλη εντύπωση η απόσυρσή του απ’ όλα, ήδη από τις αρχές του 1970. Έβλεπε την εταιρεία του να έχει τις πρώτες δυσκολίες, μυρίστηκε την πετρελαϊκή κρίση του 1973 και ήδη ένα χρόνο νωρίτερα πούλησε όλη την εταιρεία του με τα τρακτέρ στον… ανταγωνιστή του, τη SAME. Πριν ακόμα η εταιρεία εμφανίσει τα πρώτα σημάδια δυσκολίας, ο Lamborghini πούλησε στο φίλο του Ζορζ-Ανρί Ροσέτι το 1973 το 51% της εταιρείας του με τα αυτοκίνητα και το 1975 τού μεταβίβασε το υπόλοιπο ποσοστό. Κράτησε μόνο την εταιρεία με τα κλιματιστικά (Lamborghini Calor), η οποία πάντως δεν αναπτύχθηκε όσο περίμενε.
Με ρευστοποιημένα τα κέρδη μιας ζωής, ο Lamborghini σχεδίασε ένα ησυχαστήριο όπως εκείνος το ήθελε. Ένα τεράστιο κτήμα 3 τετραγωνικά χιλιόμετρα στην Ούμπρια, το οποίο ονόμασε «Φιορίτα», ανθισμένο δηλαδή. Το 1974, μάλιστα, έγινε και δεύτερη φορά πατέρας κι αποφάσισε να ζήσει μια τελείως διαφορετική ζωή, όσο μπορούσε μακριά από μηχανές. Ακολούθησε την παράδοση της οικογένειας και ασχολήθηκε με την αμπελουργία, προσφέροντας μερικές από τις πιο βραβευμένες ποικιλίες ιταλικών κρασιών στην περιοχή. Με αυτό ασχολήθηκε ως το θάνατό του το 1993.
Σήμερα οι εταιρείες του επιζούν με το όνομά τους, σημάδι ότι το όνομα «μετράει» ακόμα ως brand. H εταιρεία αυτοκινήτων ανήκει στο Volkswagen Group (στην υποδιεύθυνση της Audi) και η εταιρεία με τα τρακτέρ στον ιταλικό κολοσσό SDF Group.
Eξωτερική Φωτογραφία: Wikipedia
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου