Πώς οι Έλληνες προσπάθησαν να επιβιώσουν την πιο ζοφερή περίοδο του 20ού αιώνα
Το πρωί της 27ης Απριλίου 1941 τα γερμανικά στρατεύματαεισβάλουν στην Αθήνα. Μερικές ώρες αργότερα έχουν καταλάβει κάθε στρατηγικό σημείο της πρωτεύουσας και από εκείνη τη στιγμή ξεκινά ο αντιστασιακός αγώνας αλλά παράλληλα και η καθημερινή μάχη για επιβίωση κατά την διάρκεια της Κατοχής.
Η Ελλάδα μετά το πέρας του πολέμου μετρά τις απώλειές της σε ανθρώπινες ζωές. Θρηνεί για τα περίπου 450.000 θύματα, με την συντριπτική πλειοψηφία να μην έχει πέσει στα πεδία των μαχών, αλλά να έχει φύγει από την πείνα και τις κακουχίες ως αποτέλεσμα της απάνθρωπης στάσης των Γερμανών, που αδιαφορούν πλήρως για τις συνέπειες των πράξεών τους και αντιμετωπίζουν τους πάντες ως κατώτερο είδος, η αξία της ζωής των οποίων δεν έχει για αυτούς μεγαλύτερη βαρύτητα από εκείνη ενός ζώου.
Οι περισσότεροι από τους 325.000 πολίτες «έφυγαν» στον μεγάλο λιμό και τον δύσκολο χειμώνα της περιόδου 1941-42. Τότε που η οικονομία της χώρας είχε καταβαραθρωθεί από τα Κατοχικά αναγκαστικά δάνεια, τις καταστροφές στο οδικό δίκτυο και τις υποδομές και την καταστροφή της παραγωγής. Με τις εισαγωγές πλέον να είναι ανύπαρκτες και μεγάλο μέρος της σοδειάς να καταλήγει στους Ναζί, η μοίρα των Αθηναίων και όχι μόνο έμοιαζε να έχει σφραγιστεί οριστικά.
Όσο οι μαυραγορίτες κέρδιζαν περιουσίες πουλώντας ένα κιλό λάδι με αντίτιμο οικόπεδα, οι Έλληνες και οι Ελληνίδες ζούσαν ένα μαρτύριο. Η μάχη για την επιβίωση ήταν άνιση, φρικτή. Με τους περισσότερους κατοίκους να μην διαθέτουν τις απαραίτητες λίρες για να αγοράσουν οτιδήποτε και τα συσσίτια φορέων όπως το Πατριωτικό Ίδρυμα να μην επαρκούν, στράφηκαν σε τροφές που μέχρι τότε θεωρούνταν υποδεέστερες ή ακόμη και ακατάλληλες για τον άνθρωπο. Στην κυριολεξία ήταν έτοιμοι να δοκιμάσουν τα πάντα προκειμένου να αποφύγουν τον θάνατο.
Χαρακτηριστική ήταν η περίπτωση του ψωμιού. Φυσικά το σιτάρι δεν υπήρχε πουθενά και συνεπώς ούτε το αλεύρι. Επομένως για να φτιαχτεί ψωμί χρησιμοποιούσαν οτιδήποτε μπορεί να φανταστεί ο νους. Επιστρατεύτηκαν μπομποτάλευρο, κριθάρι, πατάτα, χαρούπια, σκουπόχορτο, βελανίδια, γκόρτσα, λούπινα, αρτόκαρπο, ρόβη. Τα πάντα… Κυρίως όμως εφευρετικότητα και αλληλεγγύη, με τις νοικοκυρές να ανταλλάσσουν συνταγές στη μάχη της επιβίωσης.
Γεμιστές ντομάτες χωρίς ψήσιμο, χόρτα σχεδόν κάθε είδους που μάζευαν από τις γειτονικές εξοχές και ευχαριστίες προς τον Θεό κάθε φορά που έβρεχε, με την ελπίδα εξεύρεσης σαλιγκαριών, αφού κρέας κυκλοφορούσε με το σταγονόμετρο και οι μαυραγορίτες το πωλούσαν σε αστρονομικές τιμές, «προσφέροντας» ωστόσο γάτες, σκύλους, γαϊδούρια ως κουνέλια, χοιρινό ή βοδινό. Ακόμη πιο τραγικό ήταν το γεγονός ότι συχνά εκείνοι που αγόραζαν ήξεραν πολύ καλά τι έπαιρναν κι έβαζαν στο πιάτο τους… Έπρεπε όμως να ζήσουν…
Φλούδες από πατάτες, μανταρίνια, πορτοκάλια, τσουκνίδες, μολόχες, λαχανίδες, ζούματα και πολλά άλλα χρησιμοποιήθηκαν ως βάση για σούπες, για γεμιστά και για οτιδήποτε μπορούσε να σκεφτεί κάθε μάνα που επιχειρούσε να ταΐσει τα παιδιά της. Ακόμη κι έτσι και παρά τις τιτάνιες προσπάθειες τους, αμέτρητες ψυχές έφυγαν από την πείνα…
Είναι η περίοδος που ο κόσμος έφαγε και τα γνωστά «κρεατινά» φαγητά χωρίς κρέας. Στιφάδο με κρεμμύδια και κάστανα αντί για κρέας και στιφάδο με κόκκινη κολοκύθα
Αυτήν την ζοφερή και φρικτή περίοδο για την ελληνική ιστορία, πάντως, αρκετοί ήταν αυτοί που κατάφεραν να βγουν ζωντανοί. Κι όσο κι αν ακούγεται παράξενο, το οφείλουν σε μεγάλο βαθμό στην ταπεινή σταφίδα! Ένα φρούτο πλούσιο θρεπτικά, το οποίο οι Γερμανοί δεν είχαν εντάξει στις δικές τους διατροφικές συνήθειες, αφού δεν γνώριζαν τη σημαντική διαφοροποίησή του από το απλό σταφύλι, μετά την απλή σχετικά διαδικασία που ακολουθούνταν σε αλώνια στα τέλη του καλοκαιριού. Η σταφίδα ήταν το «μάννα εξ ουρανού» που έσωσε αμέτρητες ζωές και σύμμαχός της, αλλά και των μαρτυρικών κατοίκων της Ελλάδας, ήταν ένα άλλο ταπεινό προϊόν προερχόμενο από τα αμπέλια.
Την… παρακατιανή ρετσίνα, την οποία οι Ναζί σνόμπαραν (πριν ως τουρίστες μάθουν να την παραγγέλνουν στις τουριστικές περιοχές), που αποτέλεσε μια φτηνή (χρηματικά) αλλά πλούσια σε ενέργεια πηγή θερμίδων η οποία επιπλέον είχε το πλεονέκτημα που προσφέρει το οινόπνευμα στον καθένα να ξεχνά τους πόνους.
Βέβαια, πληγές σαν αυτές της Κατοχής δεν ήταν εύκολο να κλείσουν ακόμη κι αν κατανάλωνες όλο το αλκοόλ του κόσμου…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου