Ο 18χρονος Σαλβαδόρ Ράμος σκόρπισε τον θάνατο σε δημοτικό σχολείο του Τέξας, σκοτώνοντας 19 παιδιά και δύο εκπαιδευτικούς. Δεν ήταν η πρώτη τραγωδία στις ΗΠΑ και σίγουρα ούτε η τελευταία...
Μία από τις πολλές υπογραφές που έβαλε ο Ντόναλντ Τραμπ στους πρώτους μήνες της θητείας του ήταν και σε ένα κομμάτι χαρτί που επαναφέρει το δικαίωμα οπλοκατοχής σε άτομα με ψυχικές ασθένειες. Πριν βγάλουμε γρήγορα συμπεράσματα σχετικά με τις επιλογές του πρώτου προέδρου με πορτοκαλί μαλλιά στην ιστορία των ΗΠΑ, καλό είναι να γνωρίζουμε πως ήταν η υπερψήφιση του διατάγματος σε Βουλή και Γερουσία που του έδωσε ισχύ νόμου.
Έτσι, ανατράπηκε στην πράξη η προσπάθεια του Μπαράκ Ομπάμα (μάλλον εκ του ασφαλούς, αφού έγινε στα… στερνά της δικής του παρουσίας στον Λευκό Οίκο), που ζητούσε κάτι που ακούγεται μάλλον λογικό. Να μην επιτρέπεται η πώληση όπλων σε άτομα που λαμβάνουν κοινωνικό επίδομα (μέσω τρίτου) λόγω κάποιας ψυχικής διαταραχής. Ζήτησε, δηλαδή, το προφανές. Κάποιος που έχει διαγνωστεί (ας πούμε) με σχιζοφρένεια παρανοϊκού τύπου -και το κράτος δεν τον θεωρεί ικανό να διαχειριστεί τα χρήματά του, να μην έχει το δικαίωμα να μπει σε ένα κατάστημα όπλων και να φύγει έχοντας ένα ημιαυτόματο πιστόλι στην τσέπη του.
Χωρίς να γνωρίζω τα απόλυτα νούμερα, φαίνεται πως υπάρχουν πολλοί με τέτοιες διαταραχές στην Αμερική ή, τουλάχιστον, έχει στηθεί μια κομπίνα ανάλογη με τους… τυφλούς στην Ελλάδα, αν κρίνει κανείς από την αντίδραση της NRA. Του πανίσχυρου λόμπι υπέρ της οπλοκατοχής που ένιωσε ότι δεν είναι ώρα να χάνονται πελάτες ακόμη κι αν αυτό σημαίνει πως θα χάνονται ζωές.
Βέβαια, ακόμη κι αν αυτό το διάταγμα δεν είχε ανατραπεί (με ψήφους Ρεπουμπλικάνων ΚΑΙ Δημοκρατικών) δεν θα είχε αποτραπεί ό,τι συνέβη πριν μερικά χρόνια στην πολιτεία του Μισούρι. Σε μια ιστορία της οποίας ο τραγικός επίλογος οδήγησε σε νέα επεισόδια σχετικά τα όπλα στις ΗΠΑ. Η Κόλμπι Σου Γουέδερς πάλευε με την κατάθλιψη από την εφηβεία της και διαγνώστηκε με διπολική διαταραχή στα 33 χρόνια της. Στην πορεία προστέθηκε η σχιζοφρένεια που λέγαμε πριν, που ξεκίνησε όταν εκμυστηρεύθηκε ότι ακούει φωνές. Νοσηλεύτηκε 4 φορές κι έκανε απόπειρα αυτοκτονίας. Ο γάμος της διαλύθηκε και –μάλλον φυσιολογικά- σταμάτησε να εργάζεται. Ζούσε με τους γονείς της και κάθε μήνα έπαιρνε ένα τσεκ από το δημόσιο. Ωστόσο, ήταν ικανή να κάνει άλλα πράγματα, όπως το να κατέχει ένα 45άρι ημιαυτόματο Hi-Point και να κυκλοφορεί με αυτό.
Αφού σκότωσε τον πατέρα της πυροβολώντας τον στο κεφάλι με το τελευταίο της απόκτημα, κάλεσε την αστυνομία. «Χτύπησα τον μπαμπά μου και τον σκότωσα. Καταλαβαίνω πως πρέπει να μπω φυλακή, αλλά προσπαθώ να αυτοκτονήσω πρώτα. Δεν καταφέρνω να με πυροβολήσω, όμως. Ξέρετε, είμαι τρελή εδώ και πολύ καιρό»…
Μετά από αυτό το περιστατικό οι δικαστές συμφώνησαν με τους γιατρούς σχετικά με τη νοητική κατάστασή της. Έκριναν πως δεν πρέπει να μπει φυλακή, αλλά διέταξαν τον εγκλεισμό της σε ψυχιατρική κλινική στην οποία συχνά την επισκέπτεται η μητέρα της τα τελευταία χρόνια. Πριν αλλάξουν οι ζωές τους για πάντα, είχε προσπαθήσει με κάθε τρόπο να αποτρέψει το κακό που ερχόταν. Η κόρη της είχε ήδη αγοράσει ένα όπλο, το οποίο της πήρε και έκρυψε ο πατέρας της. Μετρώντας τις μέρες μέχρι να καταφτάσει η επόμενη επιταγή της πρόνοιας, τηλεφώνησε στους πάντες. Στον σερίφη, την αστυνομία, τις υπηρεσίες του υπουργείου Δικαιοσύνης, το FBI.
Όταν αντιλήφθηκε πως δεν υπήρχε κανένας νόμος που να μην επιτρέπει την πώληση όπλων σε άτομα όπως η Κόλμπι Σου, επικοινώνησε με το ίδιο το κατάστημα που βρισκόταν 40 μίλια μακριά κι έμοιαζε με τον πιθανότερο προορισμό της κόρης της. Ο υπάλληλος δικαιολογήθηκε για την άρνησή του να εισακούσει τις παρακλήσεις της. «Δεν γίνεται να πιστεύω κάθε τηλεφώνημα που δέχομαι. Μπήκε μέσα. Φαινόταν φυσιολογική όπως εσείς κι εγώ. Κάναμε τον έλεγχο ρουτίνας και τα αποτελέσματα ήταν αρνητικά. Δεν είχε καταδικαστεί για κακούργημα ούτε υπήρχε κάποια ένδειξη ότι ήταν σοβαρά διανοητικά ασθενής. Είχα κάθε δικαίωμα να της πουλήσω», απολογήθηκε. Και είχε -νομικά- δίκιο.
Στα χρόνια που ακολούθησαν από τον Ιούνιο του 2012, η Τζάνετ αποφάσισε να θέσει όλες της τις δυνάμεις στην εκστρατεία για τον περιορισμό της οπλοκατοχής. Λιγότερο από μια πενταετία μετά έφτασε σε εξωδικαστικό συμβιβασμό με το κατάστημα που είχε πουλήσει το πιστόλι (με καθαρό κέρδος 60 δολάρια), λαμβάνοντας ως αποζημίωση 2,2 εκατ. δολάρια. Πολλοί την κατηγόρησαν πως με αυτόν τον τρόπο απλά κεφαλαιοποίησε την τραγωδία που χτύπησε την οικογένειά της. Η ίδια απολογείται απαντώντας πως δεν ήθελε να υποχρεωθεί η θυγατέρα της να καταθέσει, θεωρώντας πως κάτι τέτοιο θα είχε δυσμενείς συνέπειες για την υγεία της.
Σε κάθε περίπτωση, συνεχίζει τον αγώνα της που μετά από την παραπάνω εξέλιξη στα τέλη του 2016 έμοιαζε να έχει δώσει ένα πολύ δυνατό χτύπημα στην ασύδοτη κυκλοφορία όπλων στις ΗΠΑ. Υπό την έννοια ότι ο κάθε έμπορος θα το σκεφτόταν δυο και τρεις φορές πριν πουλήσει σε κάποιον. Πριν όμως κοπάσουν τα χειροκροτήματα, ήρθε το διάταγμα Τραμπ, η επικύρωση από Βουλή και Γερουσία και μαζί με αυτά το (και με τη βούλα) πισωγύρισμα στη νομοθεσία που ρυθμίζει τις σχέσεις των Αμερικανών με τα κουμπούρια που γουστάρουν να κουβαλούν από την εποχή της Άγριας Δύσης. Ποιος ξέρει, ίσως όταν η Κόλμπι Σου βγει από το ψυχιατρείο στο οποίο νοσηλεύεται, κάποιος ακόμη πιο «φιλελεύθερος» νόμος να έχει ψηφιστεί και να της επιτρέψει να επισκεφθεί ξανά κάποιο κατάστημα προκειμένου να αγοράσει όπλο.
Με πληροφορίες από Washington Post, Washington Times, Kansascity.com, bradycampaign.org
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου