Ένα κομβικό ερώτημα κινείται πάνω από τον οργανισμό της περσινής νταμπλούχου.
Όταν πέρυσι τον Δεκέμβρη ακουγόταν το τελευταίο σφύριγμα του τελευταίου ματς της ΑΕΚ για το 2023, η Ένωση βρισκόταν 8 βαθμούς πίσω από την κορυφή. Ένα χρόνο (και κάτι ψιλά) αργότερα, το τελευταίο σφύριγμα του τελευταίου ματς της ΑΕΚ για το 2024 βρίσκει την Ένωση μόλις 3 βαθμούς μακριά από την κορυφή.
Με άλλα λόγια, με μια απλή ανάγνωση της βαθμολογίας, θα έλεγε κανείς πως η ΑΕΚ είναι σε καλύτερη θέση σε σχέση με πέρυσι στο αντίστοιχο χρονικό διάστημα.
Και όμως, αν πέρυσι τέτοια εποχή γινόταν ένα γκάλοπ στις τάξεις των οπαδών της Ένωσης για το σε τι θέση θα πλασαριστεί στο πρωτάθλημα, δεν ήταν λίγοι εκείνοι που πίστευαν πως η ομάδα θα ανατρέψει το -8 και τελικά θα πάρει τον τίτλο στα play off.
Φέτος, αν και βρίσκεται σε απόσταση αναπνοής από την κορυφή, η πίστη δεν θα ήταν τόσο μεγάλη. Κυρίως, διότι οι δυο συνεχόμενες γκέλες με Παναιτωλικό και Πανσερραϊκό φανέρωσαν μια ομάδα κουρασμένη, «άδεια» ψυχικά και σωματικά, μια ομάδα που σε αντιδιαστολή με τον περσινό εαυτό της δεινοπαθεί να βγάλει ένα 90λεπτο.
Το ερώτημα προκύπτει σχεδόν φυσικά: τι απέγινε η περσινή… εξωγήινη ΑΕΚ του Ματίας Αλμέιδα; Εκείνη η ΑΕΚ που επέβαλλε τον ρυθμό της στον αντίπαλο και δεν τον άφηνε να πάρει ανάσα;
Το ερώτημα υπερβαίνει κατά πολύ τις περιπτωσιολογικές συζητήσεις αναφορικά με τα πλεονεκτήματα ή τα μειονεκτήματα του ρόστερ. Για παράδειγμα, μπορεί οι συνεχόμενες γκέλες του Αθανασιάδη να έχουν αναδείξει το γεγονός ότι η ομάδα «πονάει» στη θέση του αναπληρωματικού πορτιέρο ή τα κακά ματς του Πόνσε και του Μουκουντί να δείχνουν πως μια άλλου τύπου ενίσχυση στις θέσεις τους να ήταν αναγκαία, αλλά αυτό δεν είναι η μεγάλη εικόνα.
Η μεγάλη εικόνα για την ομάδα του Αλμέιδα έχει να κάνει με το γεγονός ότι η ταχύτητα και η ένταση που την έκαναν να υπερέχει έναντι των αντιπάλων της την περσινή σεζόν φέτος έχει κάνει την εμφάνισή της μόνο σποραδικά και λείπει σε διάρκεια.
Αυτά τα ταχυδυναμικά χαρακτηριστικά της περσινής ΑΕΚ δημιούργησαν μια παρεξήγηση: ότι το υλικό της ΑΕΚ ήταν πολύ ανώτερου επιπέδου σε σχέση με αυτά των ανταγωνιστών της. Επρόκειτο για στρέβλωση της πραγματικότητας: δεν ήταν (τόσο) η ποιότητα, αλλά η ταχύτητα που αναβάθμιζαν την ΑΕΚ. Άπαξ και η ομάδα αδυνατεί να βγάλει την ίδια ένταση και την ίδια ταχύτητα, η ποιότητα δεν αρκεί, πολύ απλά γιατί δεν είναι τόσο μεγαλύτερη όσο το ποδοσφαιρικό στιλ του (αναμφισβήτητα σπουδαίου) Αλμέιδα μας έπεισε πως είναι.
Οι φιλοδοξίες του προπονητή να κάνει μεγάλα πράγματα φέτος η ΑΕΚ στην Ευρώπη και μάλιστα με τον τρόπο του- συντηρώντας δηλαδή ακόμα και με αντιπάλους αισθητά ανώτερου επιπέδου το ταχυδυναμικό στιλ που αποτελεί το ταυτοτικό στοιχείο της ομάδας-, έκαναν το ρόστερ σε βάθος χρόνου να μην μπορεί να ανταποκριθεί στις ανάγκες των πολλών παιχνιδιών. Με απλά λόγια: η ΑΕΚ έχει «σκάσει».
Το δυστυχές για αυτήν -και κάπου εδώ ξεκινάει η ουσιαστική κριτική- είναι πως έχει αποτύχει να προοδεύσει σε σχέση με πέρυσι στο επίπεδο του κυνισμού και της ανώδυνης διαχείρισης αγώνων. Είναι προφανές πως ο Αλμέιδα γνώριζε ότι το ρόστερ δεν θα μπορέσει φέτος να παίζει «στα κόκκινα» χωρίς σταματημό στις υποχρεώσεις.
Η ομάδα χρειαζόταν κάτι από τον κυνισμό του περσινού (κι ως ένα σημείο και του φετινού) Παναθηναϊκού, που πήρε ένα σωρό νίκες παίζοντας σε χαμηλό τέμπο. Είναι εντυπωσιακό, αλλά όσες φορές η ΑΕΚ επιχείρησε να «σβήσει» το παιχνίδι ενώ προηγούταν με οριακό σκορ, κατέληξε να καρδιοχτυπά στα τελευταία λεπτά και/ή να δέχεται γκολ ισοφάρισης.
Απέτυχε ο Αλμέιδα να μάθει την ομάδα να διαχειρίζεται την μειωμένη έντασή της παίζοντας κυνικά, αμυντικογενή ματς του μισό-μηδέν; Ή μήπως δεν ενδιαφέρθηκε ποτέ να προσδώσει και αυτή την φυσιογνωμία στο σύνολό του;
Το αποτέλεσμα παραμένει το ίδιο: μια ομάδα που αδυνατεί, αν δεν βρίσκεται σε φεγγάρι δαιμωνιώδους φόρμας, να νικήσει εύκολα, χάνει τα αυγά και τα πασχάλια ακόμα και κόντρα σε πολύ αδύναμους αντιπάλους όταν πρέπει απλά να διαχειριστεί ένα σκορ και όχι να παίζει με το πόδι στο γκάζι.
Πέρυσι, είχε γραφτεί και είχε ειπωθεί πολλές φορές: η ΑΕΚ θα ζούσε και θα πέθαινε με το ποδόσφαιρο του Αλμέιδα. Αρνούμενη να προσαρμοστεί στις συνθήκες, με βασικό της τρόπο παιχνιδιού την επίθεση και την επιβολή. Κανενός είδους αγωνιστικός συμβιβασμός.
Ισχύει ακριβώς το ίδιο και την τρέχουσα αγωνιστική χρονιά, μόνο που πλέον ο κόσμος της ΑΕΚ βιώνει την αρνητική πλευρά του: η έλλειψη εναλλακτικού πλάνου δεν μοιάζει πια το γοητευτικό υπόστρωμα μιας υπερεπιθετικής ομάδας, αλλά η ανάδειξη μιας δυσλειτουργικής, δυσκίνητης συνθήκης.
Με απλά λόγια: όπως πέρυσι, έτσι και φέτος, η ΑΕΚ θα ξεκινάει και τελειώνει με το ποδόσφαιρο του Αλμέιδα. Δεν θα γίνει ποτέ κυνική, δεν θα πανηγυρίσει ποτέ «επαγγελματικές» νίκες. Και αυτό φέτος έχει και την αρνητική του πλευρά.
Το ερώτημα είναι πότε και αν θα είναι σε θέση φέτος η ΑΕΚ να παίξει ξανά με την ένταση και την δυναμική που την χαρακτήρισε πέρυσι. Αν βρει άμεσα ξανά αυτή την ένταση θα γίνει αυτόματα πρώτο φαβορί για το πρωτάθλημα-δεν τίθεται αμφιβολία περί αυτού.
Το ερώτημα ωστόσο είναι άλλο και είναι επώδυνο: μπορεί να την βρει; Ή μήπως η κατάσταση θα είναι, εν τέλει, πολύ διαφορετική φέτος;
https://menshouse.gr/bala/182327/poy-pige-i-exogiini-aek-toy-matias-almeida
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου