Μοιάζει (έως και τραγικά) ειρωνικό. Το 20ό εισιτήριο για το Παγκόσμιο Κύπελλο του Κατάρ, στο χτίσιμο των υποδομών του οποίου (φέρονται να) χάθηκαν πάνω από 6.500 εργάτες - πρόσφυγες από Ινδία, Μπαγκλαντές, Πακιστάν, Νεπάλ και Σρι Λάνκα, καπαρώθηκε από μια ομάδα που αποτελείται, ως επί το πλείστον, από πρόσφυγες.
Ο Καναδάς, για τον οποίο γίνεται ο λόγος, πανηγύρισε μουντιαλική
πρόκριση μόλις για δεύτερη φορά στην ιστορία του και πρώτη ύστερα από 36 ολόκληρα χρόνια, χάρη στο εμφατικό 4-0 επί της Τζαμάικας, στην προτελευταία αγωνιστική της τελικής φάσης των προκριματικών στη ζώνη της Βόρειας, Κεντρικής Αμερικής και Καραϊβικής (CONCACAF).Η ομάδα του (Άγγλου) Τζον Χέρντμαν, η οποία συνδυάζει ταλέντο και εμπειρία, βάζοντας τις βάσεις της (ιστορικής) επιτυχίας σε αυτόν τον συνδυασμό, στην προσαρμοστικότητά της ανάλογα τον αντίπαλο και την αποτελεσματικότητά της στην επίθεση, διαθέτει συνολικά 33 ποδοσφαιριστές (από τους τελευταίους 65 κληθέντες) που έχουν καταγωγή από άλλες χώρες, γεννήθηκαν εκτός Καναδά ή έπαιξαν σε μικρές εθνικές ομάδες άλλων χωρών, προτού επιλέξουν την χώρα του κόκκινου φύλλου σφενδάμου.
Σε αυτή την 33άδα ξεχωρίζουν ο 34χρονος σερβικής καταγωγής τερματοφύλακας Μίλαν Μπόργιαν, ο 39χρονος μέσος, αρχηγός και ρέκορντμαν συμμετοχών (με καταγωγή από το Τρινιντάντ & Τομπάγκο) Ατίμπα Χάτσινσον, ο 25χρονος μέσος Στίβεν Εουστάκιο (με συμμετοχή στις μικρές εθνικές ομάδες της Πορτογαλίας), ο 26χρονος επιθετικός και ρέκορντμαν γκολ (με καταγωγή από την Τζαμάικα) Κάιλ Λάριν και ο 22χρονος επιθετικός (γεννημένος στις Ηνωμένες Πολιτείες από Αϊτινούς γονείς) Τζόναθαν Ντέιβιντ.
Μεταξύ όλων, βεβαίως, ξεχωρίζει ο κατά πολλούς κορυφαίος ποδοσφαιριστής που ανέδειξε ποτέ ο Καναδάς και ο πιο διάσημος αθλητής αυτή την στιγμή στην χώρα, παρ’ ότι είναι μόλις 21 ετών.
Ο Αλφόνσο Μπόιλ Ντέιβις, εξαιτίας της ελαφράς μυοκαρδίτιδας που του προκάλεσε ο κορονοϊός στα τέλη Ιανουαρίου, δεν μπόρεσε να βοηθήσει τον Καναδά στα τελευταία πέντε παιχνίδια της προκριματικής φάσης.
Δικαιωματικά,
όμως, του πιστώνεται σημαντικό μερίδιο της ιστορικής επιτυχίας, στην
οποία συνέβαλε με την απίστευτη ενέργειά του μέσα στο γήπεδο και,
αριθμητικά, με πέντε γκολ - οκτώ ασίστ. Ο Αλφόνσο, μαζί με Λάριν (13 γκολ) και Ντέιβιντ (9 γκολ - 6 ασίστ) είχαν συμμετοχή σε 41 από τα συνολικά 54 γκολ (!) της ομάδας τους στον δρόμο προς το Κατάρ.
Mια ιστορική επιστροφή στην διεθνή σκηνή, τέσσερα χρόνια μάλιστα πριν
από την τρίτη (δεδομένη) συμμετοχή, ως συνδιοργανώτρια πλέον του Μουντιάλ 2026, μαζί με τις Ηνωμένες Πολιτείες και το Μεξικό.
Ένα λιοντάρι γεννημένο στην σκιά του πολέμου
Ο Χέρντμαν, αρχιτέκτονας της καναδικής επιστροφής, δεν έπαιξε ποτέ επαγγελματικό ποδόσφαιρο. Έγινε προπονητής από πολύ μικρός στις ακαδημίες της Σάντερλαντ (παρ’ ότι φίλαθλος της Νιούκαστλ) και έφτιαξε το όνομά του ως ομοσπονδιακός στις γυναικείες ομάδες της Νέας Ζηλανδίας και του Καναδά.
Με την δεύτερη, μάλιστα, πανηγύρισε την κατάκτηση δύο χάλκινων μεταλλίων στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Λονδίνου (2012) και του Ρίο ντε Τζανέιρο (2016), βάζοντας τις βάσεις για το χρυσό μετάλλιο που ήρθε το 2021 στο Τόκιο, όταν βεβαίως ο ίδιος μετρούσε ήδη μια τριετία ως ομοσπονδιακός προπονητής της ανδρικής ομάδας του Καναδά αλλά και ως επικεφαλής σχεδιασμού όλων των εθνικών ομάδων, από την ηλικία των 14 και πάνω.
Χαριτολογώντας λόγω ύψους (είναι 1,65), ο 46χρονος Άγγλος αποκαλεί τον εαυτό του «το μικρό χόμπιτ που ήρθε από τη Νέα Ζηλανδία». Δεν αστειεύεται, όμως, όταν χαρακτηρίζει τον Ντέιβις σαν «ένα λιοντάρι μέσα στο κλουβί», αφού νιώθει ότι, ακόμα και όταν επελαύνει μέσα στο γήπεδο, δεν μπορεί να βγάλει όλη την ενέργεια που έχει μέσα του.
Ποιος ξέρει, ίσως αυτή η ανάγκη για ελευθερία, χωρίς κανέναν περιορισμό, να γεννήθηκε όταν ήρθε στον κόσμο κάτω από πολύ, πολύ δύσκολες συνθήκες. Ο «Φόνζι», όπως τον φωνάζουν χαϊδευτικά, δεν είδε το πρώτο φως της ημέρας σε ένα δωμάτιο μαιευτηρίου ή έστω σε κάποια γωνιά του σπιτιού του.
Οι γονείς του Ντέμπεα και Βικτόρια, ζούσαν στην Μονρόβια, πρωτεύουσα της Λιβερίας. Ο δεύτερος εμφύλιος της χώρας, ο οποίος υποχρέωσε πάνω από 450 χιλιάδες Λιβεριανούς να αποχωριστούν τα σπίτια τους, έφερε αρχικά την οικογένεια Ντέιβις σε ένα στρατόπεδο προσφύγων στο Μπουντουντουράμ, 27 χιλιόμετρα δυτικά από την Άκρα, πρωτεύουσα της Γκάνας.
Εκεί γεννήθηκε ο Αλφόνσο, ο τέταρτος ανάμεσα σε έξι αδέλφια, ο οποίος άρχισε να κλωτσάει την μπάλα σε χωμάτινους δρόμους, μέσα σε κλίμα θλίψης και ανέχειας. Όταν ήταν πλέον πέντε ετών, η οικογένειά του αποφάσισε να μεταναστεύσει στον Καναδά, όπου ο μικρός μπήκε από νωρίς στον μαγικό κόσμο της μπάλας, έστω και αν η αρχή ήταν και εκεί δύσκολη, εξαιτίας όμως του… χιονιού!
«Φορούσα
το σορτσάκι, έβγαινα να παίξω μπάλα, έλεγα «ουάου, κοίτα το χιόνι»,
αλλά τελικά έκανε πολύ κρύο και έμπαινα πάλι μέσα στο σπίτι»
θυμάται για το, επί της ουσίας, τελευταίο εμπόδιο που συνάντησε στην
προσπάθειά του να γράψει την δική του ιστορία στο ποδόσφαιρο, χάρη
πρωτίστως στην απίστευτη ταχύτητά του. Από (πολύ) μικρός, άλλωστε,
ξεχώριζε σε οποιοδήποτε σπορ με το οποίο καταπιάστηκε: Ποδόσφαιρο,
μπάσκετ, στίβος…
Πρωταθλητής των πάντων με την Μπάγερν
Στα (πολύ) νιάτα του, ξεκίνησε την μπάλα παίζοντας ως επιθετικός. Στους Βανκούβερ Γουάιτκαπς, όπου τον εντόπισε η Μπάγερν Μονάχου, ξεχώρισε ως εξτρέμ. Και, όταν πλέον φόρεσε την (πολύ) βαριά φανέλα των Βαυαρών, ο Χάνζι Φλικ τον καθιέρωσε ως έναν από τους κορυφαίους αριστερούς μπακ - χαφ στον κόσμο.
Στην εθνική ομάδα του Καναδά αγωνίζεται σε πιο προωθημένη θέση, αλλά αυτό ελάχιστα τον απασχολεί, αρκεί να βοηθάει ουσιαστικά, όπως άλλωστε έκανε και στην Μπάγερν, μέχρι να τον επισκεφτεί ο ιός Covid-19.
Η Μπάγερν επένδυσε συνολικά πάνω από είκοσι εκατομμύρια ευρώ για τον πολλά υποσχόμενο Καναδό, στην πιο ακριβή μεταγραφή στην ιστορία του MLS, του αμερικανικού επαγγελματικού πρωταθλήματος. Πλέον, τα χρήματα αυτά μοιάζουν (μέχρι και πολύ) λίγα.
Ο Καναδάς, ο οποίος δεν είχε επαγγελματικό πρωτάθλημα μέχρι το 2019 (!) και ύστερα από 27 χρόνια χωρίς, καμαρώνει για την συμβολή του στη ποδοσφαιρική διαμόρφωση του Αλφόνσο, ο οποίος αποτελεί σημείο αναφοράς για τα πιο νεαρά παιδιά της χώρας και ζωντανή απόδειξη ότι, αν κυνηγήσεις το όνειρό σου και παλέψεις σκληρά γι’ αυτό, μπορείς να τα καταφέρεις.
«Επιβεβαιώνει αυτό που είναι ο Καναδάς. Μια χώρα που αγκαλιάζει τους πάντες» εξηγεί ο Χέρντμαν για τους δεκάδες πρόσφυγες που κοσμούν την εθνική ομάδα και τον παίκτη - φαινόμενο της Μπάγερν, με την οποία έχει ήδη στην κατοχή του δέκα τίτλους, όντας ο πλέον πολυνίκης Καναδός ποδοσφαιριστής όλων των εποχών. Ναι, μόλις στα 21 του χρόνια.
Πιο ξεχωριστοί τίτλοι της συλλογής, αναμφίβολα, τα τρία πρωταθλήματα Γερμανίας, το Μουντιάλ Συλλόγων και, βεβαίως, το Champions League του 2020. Στον δρόμο για τον θρίαμβο της Λισσαβόνας, ο Ντέιβις «έβγαλε μάτια» στο ιστορικό 8-2 επί της Μπαρτσελόνα στα προημιτελικά. Εκεί όπου ήθελε, αλλά δεν τα κατάφερε, να ανταλλάξει φανέλες με τον… μπουρινιασμένο Λιονέλ Μέσι, το μεγάλο του ίνδαλμα.
Δεν πειράζει, χαλάλι. Στο σπίτι του στο Μόναχο, άλλωστε, έχει σε κορνίζα μια φωτογραφία του με τον Αργεντινό σούπερ σταρ, ο οποίος τον βοηθάει να σηκωθεί ύστερα από φάουλ που του έκανε. Ο Αλφόνσο, βεβαίως, έχει μάθει μόνος του να σηκώνεται. Να πατάει γερά στα πόδια του, να βάζει την ταχύτητα στο φουλ και να… χάνεται στον ορίζοντα, στον δρόμο για μια ακόμα επιτυχημένη ενέργεια, μια ασίστ ή ένα γκολ.
Στον δρόμο για την παρθενική του συμμετοχή σε ένα Παγκόσμιο Κύπελλο, με μια εθνική ομάδα που επέστρεψε στο προσκήνιο με το σπαθί της. Ξόρκισε παλαιότερους δαίμονες σε Ονδούρα και Αϊτή, έφτασε στα ημιτελικά του Γκολντ Καπ για πρώτη φορά από το 2007, νίκησε τις Ηνωμένες Πολιτείες σε αγώνα για τα προκριματικά Μουντιάλ ύστερα από 42 χρόνια (!) και ατενίζει με μεγάλη αισιοδοξία το άμεσο μέλλον του. Με παίκτες όπως ο Αλφόνσο Ντέιβις, άλλωστε, ο Καναδάς έχει κάθε λόγο να το κάνει…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου