«Κάθε πρωί έχουμε με την αδελφή μου τη συνηθισμένη συζήτηση στο Μessenger: αν οι γονείς μας είναι ζωντανοί, τι κάνει».
Η Ναταλία Ντοβγοπόλ ήρθε από την Ουκρανία στην Ελλάδα περίπου έξι χρόνια πριν, ως τουρίστρια. Στην επίσκεψη της σε μια φίλη της εδώ, γνώρισε τον άνθρωπο που στη συνέχεια παντρεύτηκε και τελικά μετακόμισε στην Ελλάδα. Στα δεκαέξι της, συμμετέχοντας σε πρόγραμμα ανταλλαγής μαθητών πήγε για ένα χρόνο Λύκειο στις Ηνωμένες Πολιτείες.
Πριν από την Ελλάδα, ως εργαζόμενη στο ουκρανικό θέατρο, συμμετείχε σε βραχυπρόθεσμα πρότζεκτ πολιτιστικών ανταλλαγών. Ταξίδευε λοιπόν τακτικά έχοντας πάντα ως βάση το Κίεβο. «Δεν είχα φανταστεί το ενδεχόμενο να μετακομίσου αλλού, μόνιμα». Μετά όμως η Ναταλία γνώρισε τον σύντροφο της, Γιώργο, και όταν με δυσκολία πήρε την απόφαση να μείνει μόνιμα στην Ελλάδα η οικογένεια της ήταν υποστηρικτική.
Πριν από τον πόλεμο για επαγγελματικούς λόγους περνούσε τους μισούς μήνες του χρόνου στην Ελλάδα και τους άλλους μισούς στην Ουκρανία. Πλέον το να πάει στο Κίεβο δεν φαντάζει κάτι τόσο απλό, εύκολο και λογικό όσο ήταν δύο μήνες πριν. «Συνήθισα να ζω στην Ουκρανία υποθέτω! Ήμουν εκεί με τον σύντροφο μου μόλις λίγες εβδομάδες πριν ξεσπάσει ο πόλεμος». Σήμερα το Κίεβο είναι μια εντελώς διαφορετική πόλη, μια πόλη βομβαρδισμένη, εν μέσω εμπόλεμης καταιγίδας, μακριά από κάθε κανονικότητα. Οι γονείς και η αδελφή της Ναταλίας βρίσκονται ακόμα σε αυτή την πόλη.
Μεγαλώνοντας στην μετασοβιετική Ουκρανία των ’90s
Η Ναταλία μεγάλωσε στο Κίεβο. Οι παππούδες της ζούσαν στα προάστια και τα καλοκαίρια ήταν για εκείνη η καλύτερη εποχή γιατί περνούσε τον χρόνο της στο χωριό και στη φύση. Θυμάται πως μεγαλώνοντας στη δεκαετία του ’90, η Σοβιετική Ένωση είχε διαλυθεί και ο κόσμος ήταν αρκετά φτωχός, επομένως η γενιά της ήξερε να αρκείται στα λίγα. Η οικογένεια της δεν ήταν πλούσια, αλλά διέθετε ένα διαμέρισμα και τα σπίτια των παππούδων στα προάστια του Κιέβου. «Τα καλοκαίρια δουλεύαμε στη γη, παράγοντας το δικό μας φαγητό. Θυμάμαι πως είτε ήθελα μια κούκλα ή ένα ιδιαίτερο φαγητό ποτέ δεν θα το έλεγα στους γονείς μου, γιατί ήξερα πως οι καιροί ήταν δύσκολοι».
Με το πέρασμα των χρόνων οι συνθήκες -και οι οικονομικές- βελτιώθηκαν. Πριν από τον πόλεμο και παρά την πανδημία οι Ουκρανοί μπορούσαν εν πολλοίς να αντεπεξέλθουν οικονομικά. Η Ναταλία αναφέρει χαρακτηριστικά πως λίγο πριν από τον πόλεμο οι γονείς της μπορούσαν να αγοράσουν ό,τι ήθελαν, αλλά ποτέ δεν ξεχνούσαν τις στιγμές τις στέρησης και της πείνας που έζησαν μερικές δεκαετίες νωρίτερα, τότε που δεν είχαν τίποτα. Τονίζει πως μέσα σε 30 χρόνια αυτές οι γενιές Ουκρανών «κατάφεραν να χτίσουν μια χώρα αυτόνομη, στην οποία μπορούσαν να είναι αυτοί που ήθελαν, να ανακαλύψουν τον εαυτό τους. Πιστεύω πως αυτός είναι και ο λόγος που δεν φεύγουν τώρα. Αυτή η χώρα καταστρέφεται μέσα σε μία μέρα.»
Ζώντας μεταξύ Ελλάδας και Ουκρανίας
Όταν παντρεύτηκε και έμεινε στην Ελλάδα, η Ναταλία Ντοβγοπόλ άρχισε να γράφει (επαγγελματικά) βιβλία που κυκλοφορούν στην Ουκρανία. Στην αρχή έγραφε για να έρθει πιο κοντά στον εαυτό της, αλλά το δοκίμασε και για να είναι αυτάρκης οικονομικά. Ενάμιση χρόνο μετά κέρδισε έναν πολύ μεγάλο λογοτεχνικό διαγωνισμό στην Ουκρανία και όπως χαρακτηριστικά αναφέρει «μόλις ξεκίνησε να ζει στην Ελλάδα, παράλληλα άρχισε να υπάρχει στον καλλιτεχνικό και πολιτιστικό σύμπαν της Ουκρανίας».
Η συγγραφική της φήμη άρχισε να εξαπλώνεται, οπότε έπρεπε να περνά εκεί περισσότερο χρόνο σε βιβλιοπαρουσιάσεις και φεστιβάλ. Ένιωθε πώς με τα δικά της μέσα και τον δικό της τρόπο συνέβαλε κι εκείνη στο πολιτιστικό γίγνεσθαι και την κληρονομιά της Ουκρανίας. Η ενασχόληση της με την ουκρανική κουλτούρα συνεχιζόταν και ενόσω ζούσε στην Ελλάδα, ως Ουκρανή της διασποράς, όπου οργάνωνε εκδηλώσεις και δούλευε με παιδιά και εφήβους. Αν και ακόμη νιώθει ”κάπως καινούρια” στην Ελλάδα, έχει πολλούς Έλληνες φίλους και αγαπά την Αθήνα και την κουλτούρα της.
Προ πολέμου
Απαντώντας στο πως βλέπουν ο Ουκρανικό τον Ρωσικό λαό, η Ναταλία περιγράφει πως μέχρι το 2014 (όταν οι Ρώσοι εισέβαλαν για την προσάρτηση της Κριμαίας) οι Ουκρανοί δεν έβλεπαν τους Ρώσους ως εχθρούς. «Παρακολουθούσαμε ρωσικά σόου και κανάλια στην τηλεόραση. Ήταν περίπου όπως όταν ήμασταν Σοβιετική Ένωση. Με την πάροδο του χρόνου όσο λιγότερη ρωσική επιρροή υπήρχε τόσο αναπτυσσόταν η ουκρανική κουλτούρα, αν και πολλοί άνθρωποι στην Ουκρανία μιλάνε ρωσικά», αναφέρει χαρακτηριστικά.
Σε ότι αφορά το πως αντιμετώπιζαν οι Ουκρανοί το ενδεχόμενο του πολέμου, η Ναταλία τονίζει πως «αρκετό καιρό πριν από την εισβολή γίνονταν συζητήσεις για ενδεχόμενο πόλεμο, αλλά δεν θέλαμε να το πιστέψουμε. Μερικοί προετοιμάζονταν -αν και δεν μπορείς ποτέ να προετοιμαστείς-. Δεν μπορείς να προετοιμαστείς για το ότι θα σου βομβαρδίζουν το σπίτι κόντρα στο διεθνές δίκαιο. Οι άνθρωποι δεν ήθελαν να εγκαταλείψουν τα σπίτια και τη ζωή τους και είναι κατανοητό». «Μας φαινόταν τρελό να εισβάλει ο Πούτιν γιατί δεν θα κέρδιζε. Αλλά έκανε αυτή την τρελή κίνηση και ακόμη τώρα αισθανόμαστε σοκαρισμένοι. Είναι σοκ γιατί δεν μπορούσαμε να φανταστούμε την έκταση της επίθεσης και ειδικά ενάντια σε αθώους ανθρώπους».
Μετά πόλεμον
Οι γονείς της Ναταλίας έμειναν σπίτι, δεν ήθελαν να εγκαταλείψουν τη χώρα, παρόλο που σχεδίαζαν να έρθουν στην Ελλάδα για μία εκδρομή που θα κρατούσε δύο εβδομάδες. «Θα μείνουν σπίτι. Η αδελφή μου ίσως έρθει, αλλά έχει μια γάτα, ένα αυτοκίνητο... Όλα αυτά τα πράγματα που δεν σκεφτόμαστε όταν δεν υπάρχει πόλεμος. Γιατί για παράδειγμα δεν μπορεί απλώς να αφήσει τη γάτα της. Δεν μπορεί να έρθει με το αυτοκίνητο γιατί το ταξίδι είναι πολύ μακρύ. Βρίσκονται στη Δυτική Ουκρανία και είναι σχετικά ασφαλείς. Απλά δεν θέλουν να εγκαταλείψουν τη χώρα και το καταλαβαίνω. Νιώθουν πιο αποτελεσματικοί και ότι μπορούν να βοηθήσουν περισσότερο εκεί». Στην καθημερινότητα της Ναταλία Ντοβγοπόλ, ακόμη και αν η ίδια δεν είναι αυτή τη στιγμή στην Ουκρανία, ήρθαν τα πάνω-κάτω. «Κάθε πρωί έχουμε με την αδελφή μου τη συνηθισμένη συζήτηση στο Μessenger: Αν οι γονείς μας είναι ζωντανοί και τι κάνουν».
Προκειμένου να διαχειριστεί την κατάσταση προσπαθεί να παραμένει δραστήρια και να βοηθήσει όσο μπορεί, έστω από απόσταση: «Διαχειρίζομαι μια σελίδα στο Facebook (helpukraine.gr) συλλέγοντας πληροφορίες για το τι συμβαίνει, καθώς η κατάσταση παραμένει χαώδης. Η ουκρανική κοινότητα συγκεντρώνει ανθρωπιστική βοήθεια και κάνει ότι μπορεί για την υποδοχή των προσφύγων, ενώ και το ελληνικό κράτος αρχίζει να μας βοηθάει περισσότερο, κάτι που έχουμε μεγάλη ανάγκη. Μελλοντικά θα ήθελα να δουλέψω με παιδιά και εφήβους από την Ουκρανία. Προς το παρόν διαχειρίζομαι τη σελίδα πιστεύοντας πως μπορώ να συνδέσω ανθρώπους μεταξύ τους και να συγκεντρώσω μεταφραστές και εθελοντές με βάση τις ανάγκες. Είναι πολλή δουλειά και απαιτεί χρόνο. Τις τελευταίες εβδομάδες αφιερώνω όλο μου τον χρόνο και την ενέργεια σε αυτό και νιώθω ότι είμαι κοντά στο “να καώ”».
Σε ότι αφορά το πως και το πόσο ενημερώνεται, δηλώνει ότι εμπιστεύεται πολλές-διαφορετικές πηγές, ως επί το πλείστον ουκρανικές. «Χρησιμοποιώ το Facebook, είναι ένας απλός τρόπος να δεις αν οι φίλοι σου είναι ζωντανοί και τι λένε, ή τι λένε οι γονείς τους. Χρησιμοποιώ επίσης το telegram και βλέπω βίντεο σε κανάλια του Youtube».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου